Chrysler Crossfire: Cross over expectations
Θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα κλασικό αυτoκίνητο, όμως ποτέ δεν κατάφερε να μας εντυπωσιάσει θετικά. Παραμένει πάντως ένα χαρακτηριστικό δείγμα για το πώς μπορείς να κατασκευάσεις ένα προϊόν, το οποίο να είναι κατώτερο από το άθροισμα των επιμέρους εξαρτημάτων του
- -
- -
Όλα είναι marketing, εάν δεν το έχετε καταλάβει σας το λέμε. Σημασία δεν έχει το προϊόν, αλλά η ιδέα πίσω από αυτό. Έτσι το design έχει πάρει το τιμόνι στα χέρια του και η τεχνολογία μάλλον κάθεται στο πίσω κάθισμα της εξέλιξης και παρακολουθεί. Όμως, μέσα σε ένα κόσμο γεμάτο από δήθεν προϊόντα που έχουν σχεδιαστεί για να δημιουργήσουν ανάγκες και όχι να τις καλύψουν, υπάρχουν και εκπλήξεις και μάλιστα από εκεί που δεν το περιμένεις.
Και το Crossfire ήταν μια έκπληξη που πρέπει να παραδεχτούμε ότι μας έπιασε αδιάβαστους. Το Crossfire όμως ήταν ένα από τα λίγα αυτοκίνητα που το τελικό αποτέλεσμα ήταν κατώτερο από το άθροισμα των επιμέρους μηχανικών μερών του.
Σίγουρα ήταν μια έκπληξη, αλλά δυσάρεστη. Και πρώτα από όλα η ιστορία του, που μοιάζει περισσότερο με παραμύθι, αν σκεφτεί κανείς ότι χρειάστηκαν μόλις 24 μήνες από concept σε product. Όλα άρχισαν τον Ιανουάριο του 2001 όταν ο Eric Stoddard το παρουσίασε σαν μια …τρελή ιδέα. Όμως η Chrysler χρειάζονταν τρελές ιδέες. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς η ομάδα του Larry Achram πήρε το πράσινο φως και τον Ιανουάριο το αυτοκίνητο παρουσιάστηκε στην έκθεση του Los Angeles.
Βέβαια αν το καλοσκεφτεί κανείς κάθε άλλο παρά μια τρελή ιδέα ήταν η παρουσίαση του Crossfire. Αντίθετα ήταν ακριβώς αυτό που χρειάζονταν η Chrysler και τα 20.000 αυτοκίνητα που θα κατασκεύαζε η Karmann (ναι καλά διαβάσατε, τα αυτοκίνητα κατασκευάστηκαν στην …παλιά Ευρώπη) υπολόγιζαν ότι θα πουληθούν εύκολα, πολύ εύκολα. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι όσο και αν φαίνεται περίεργο η Chrysler είχε την προσωπικότητα του ακραίου κατασκευαστή. Δεν έχετε παρά να ρίξετε μια ματιά στο line-up των μοντέλων της εκείνες τις ημέρες για να ανακαλύψετε αυτοκίνητα σαν τα PT Cruiser και Viper που σε παρέπεμπαν σε ένα όχι και πολύ συνηθισμένο αυτοκινητοκατασκευαστή. Η Chrysler χρειάζονταν ακόμα μια «εικόνα» και το Crossfire ήταν ακριβώς αυτό που έπρεπε. Και διαφορετικό και ξεχωριστό και σε τιμή λογική. Καθόλου τρελή λοιπόν η ιδέα να φέρει το Crossfire στη παραγωγή και μάλιστα όσο πιο γρήγορα γινόταν. Όπως καθόλου τρελή δεν ήταν και η ιδέα να στήσει το αυτοκίνητο πάνω σε υπάρχοντα μηχανικά μέρη της Mercedes-Benz που εκείνες τις ημέρες διέθετε το πλειοψηφικό πακέτο. Γιατί και πιο οικονομικά και πιο εύκολα και πιο γρήγορα της ήρθε το «πακέτο» και δεν ήμαστε καθόλου σίγουροι ότι θα τα κατάφερνε καλύτερα η Chrysler μόνη της. Άλλωστε το πάτωμα της SLK και οι κινητήρες της Mercedes καθόλου ευκαταφρόνητα στοιχεία ήταν.
Έκπληξη πρώτη
Πάνω σε αυτά λοιπόν οι σχεδιαστές της Chrysler έστησαν ένα ενδιαφέρον αυτοκίνητο, αν και πολύ αμερικάνικο. Όμως αυτή ακριβώς ήταν και η δύναμη της σχεδίασης, δηλαδή η διαφορετικότητά της που τη ξεχώριζε από οτιδήποτε άλλο κυκλοφορούσε στο δρόμο. Προσέξτε τις αναλογίες με το εμπρός παράθυρο να βρίσκεται σχεδόν στο μέσο του ολικού μήκους και τους τροχούς των διαφορετικών διατάσεων (18 ιντσών εμπρός και 19 πίσω!) να ορίζουν μια νέα επιθετικότητα. Προσέξτε τη γραμμή στο κέντρο του αυτοκινήτου που αρχίζει από εμπρός και καταλήγει πίσω, ενώ περνά και μέσα (!) από το αυτοκίνητο, ακόμα και από τον μοχλό ταχυτήτων που διαθέτει χαρακτηριστική γράμμωση. Και αν αυτό δεν είναι εμμονή σε μια συγκεκριμένη σχεδιαστική αντίληψη, τότε τι είναι; Προσέξτε την καμπούρα στο πίσω μέρος που σε παραπέμπει στην αμερικάνικη δεκαετία του 60’ και στο Art Deco. Προσέξτε τα βράχια καρχαρία πίσω από τους εμπρός τροχούς που σε παραπέμπουν στα muscle-cars και η προσπάθεια των σχεδιαστών σίγουρα βρίσκεται μίλια μακριά από την τευτονική λιτότητα της SLK. Όμως πέρα από αυτές τις διακοσμητικές προσθήκες το πιο ενδιαφέρον στη σχεδίαση είναι ο τρόπος που οι δύο επιφάνειες οι οποίες αποτελούν το αυτοκίνητο ενώνονται κάτω ακριβώς από τον καθρέπτη δημιουργώντας ένα αμυδρό «Χ» με πιο δυνατό στοιχείο το πίσω μέρος που είναι και το πιο χαρακτηριστικό με δυναμικούς «ώμους» πάνω από τους τροχούς και διπλές εξαγωγές εξατμίσεων στο κέντρο του αυτοκινήτου.
Οι εσωτερικοί του χώροι όμως δεν μπορούν να χαρακτηριστούν πλούσιοι και οι επιβάτες θα αισθανθούν… κοντά ο ένας στον άλλο με τη θέση οδήγησης χαμηλή, τη θέση του τιμονιού ψηλή (ευτυχώς ρυθμίζεται προς όλες τις κατευθύνσεις) και γενικά θα το χαρακτηρίζαμε μάλλον κλειστοφοβικό λόγο των μικρών γυάλινων επιφανειών. Η ποιότητα όμως ήταν καλή και μίλια εμπρός από οτιδήποτε άλλο είχε κατά καιρούς παρουσιάσει η Chrysler. Ο πίνακας οργάνων σε παρέπεμπε σε SLK, αλλά ουδέν μεμπτόν και μόνη παραφωνία ήταν η κεντρική κονσόλα από φτηνό ασημί (ήμαρτον) πλαστικό που δεν ακολουθούσε την υπόλοιπη ποιότητα.
Όμως αν θέλετε την άποψή μας δεν θα λέγαμε ότι το αυτοκίνητο είναι όμορφο, τουλάχιστον με την αισθητική της παλαιάς Ευρώπης. Αντίθετα θα το χαρακτηρίζαμε σαν απροκάλυπτα και προκλητικά αμερικάνικο, όμως ΕΤΣΙ έπρεπε να ήταν ένα αυτοκίνητο με αυτό το όνομα. Έτσι και αλλιώς στο τότε group της Daimler-Chrysler κανείς δεν ήθελε ένα ακόμα ευρωπαϊκής αισθητικής αυτοκίνητο from the U.S.A.. Γιατί να μπερδεύουμε τα πράγματα και οι αμερικάνοι να κάνουν πράγματα που οι Ευρωπαίοι τα κάνουν καλύτερα. Το Crossfire έπρεπε τουλάχιστον να δείχνει ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΑ αμερικάνικο και το καταφέρνει με τον καλύτερο, δηλαδή με τον χειρότερο τρόπο. Ας μην ξεχνάμε ότι τα προϊόντα δεν είναι ανάγκη να είναι όμορφα, αρκεί να είναι προκλητικά διαφορετικά.
Εκπληξη δεύτερη
Δεύτερη μεγάλη έκπληξη τα μηχανικά μέρη. Και αυτό γιατί προέρχονταν από την SLK με κινητήρα εμπρός, κίνηση πίσω, διπλά ψαλίδια εμπρός και ανάρτηση με πολλαπλούς συνδέσμους (5 τον αριθμό) πίσω. Το τιμόνι με τα… σφαιρίδια δεν πρόσφερε την αίσθηση που θα θέλαμε και αυτό σε βάζει σε σκέψεις για το πόσο μεγάλο θα ήταν το κόστος της προσαρμογής μιας κρεμαγιέρας.
Ο κινητήρας δεν ήταν άλλος από τον V6 με τους διβάλβιδους θαλάμους καύσης που από 3,2 λίτρα απέδιδε 215 ίππους στις 5.700 σ.α.λ.. Μπορεί να μην ήταν ότι πιο μοντέρνο, όμως διέθετε τα χαρακτηριστικά που ταίριαζαν στο αυτοκίνητο και σίγουρα ήταν ότι πιο αμερικάνικο σε απόδοση/ροπή και ήχο είχαν να προσφέρουν οι Γερμανοί δίνοντας στα 1.400 κιλά της καρότσας (που δεν είναι πολλά) τελική ταχύτητα που ξεπερνούσε τα 240 χλμ./ώρα.
Είπαμε, όλα είναι marketing, όμως εάν αυτό μεταφράζεται σε ένα χειροπιαστό, λειτουργικό και με προσωπικότητα προϊόν τότε η ύπαρξή του δικαιώνεται! Αν όχι, τότε έχουμε απλώς ένα συνονθύλευμα εξαρτημάτων.