Aston Martin V8 – Jensen SP – Lamborghini Jarama GT S – Maserati Bora: Στην κορυφή των επιλογών
Η δεκαετία του ’70 ήταν σημαντική σε όλα τα επίπεδα. Η νεαρή ακόμα αυτοκινητοβιομηχανία «ψάχνονταν» για φρέσκιες ιδέες σε όλες τις κατηγορίες και τα Grand Turismo δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση. Οι επιλογές και εδώ πολλές.
- -
- -
Τα ίδια θα πούμε και πάλι; Ναι, τα ίδια θα πούμε! Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ήσασταν αρκετά πλούσιος (πολύ πλούσιος για τη χώρα μας), ώστε να αποκτήσετε ότι θέλει η καρδιά σας! Και η καρδιά σας ήθελε ένα καθαρόαιμο GT. Ένα από τα αυτοκίνητα που στη χώρα μας συναντούσαμε μόνο στις αφίσες παιδικών δωματίων. Αφήστε λοιπόν την φαντασία σας να καλπάσει. Ποιες ήταν οι επιλογές σας για ένα super δρομέα μεγάλων αποστάσεων, που θα σας ταξίδευε από το Παρίσι στις Κάνες και από εκεί στη Ρώμη, «από την εδώ» πλευρά της Ferrari και «την από εκεί» της Citroen;
Aston
Martin V8
Η προφανής πρώτη επιλογή. Παρουσιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 (1973) και φυσικά δεν θα μπορούσαμε παρά να αρχίσουμε από το αρχέτυπο Grand των ημερών, την Aston Martin V8. Γιατί το αυτοκίνητο αυτό τα είχε όλα, δηλαδή όλα όσα έπρεπε! Πρώτα από όλα κινητήρας V8 εμπρός, κίνηση πίσω και χώρους για τέσσερις (καλύτερα θα το περιγράφαμε ως άνετο 2+2) μαζί με τη βρετανική αίσθηση μέσα και έξω, αν και η σχεδίαση δεν ήταν στις καλύτερες στιγμές της. (Η Aston Martin είχε δει και καλύτερες μέρες.) Εσωτερικά πάλι οι δερμάτινες πολυθρόνες αντί καθισμάτων, αποτελούσαν μια τυπικά βρετανική πρακτική, όπως άλλωστε και τα απλοϊκά όργανα της Smith.
Ο κινητήρας των 5.340 κ.εκατ. με τους διπλούς εκκεντροφόρους σε κάθε πλευρά του «V», αλλά με δύο βαλβίδες για κάθε θάλαμο καύσης, είχε πλέον ωριμάσει στη «σειρά 3», έχοντας κάνει την εμφάνισή του το 1967 στην DBS (αντικατέστησε τον εν σειρά εξακύλινδρο), σχεδιασμένος από τον Tadek Marek. Σε αυτή του όμως την έκδοση ήταν εξοπλισμένος με καρμπυρατέρ (τέσσερα διπλά της Weber 42 χιλ.), αφού ο ψεκασμός της Bosch που χρησιμοποιήθηκε στην «σειρά 2» ποτέ δεν δούλεψε σωστά. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει ένα «φούσκωμα» στο καπό για να χωρέσουν οι κάθετες εισαγωγές.
Οι 310 ίπποι στις 5.000 σ.α.λ. ήταν υπεραρκετοί για τα 1.814 και οι αναρτήσεις ήταν πολύ εξελιγμένες για τα βρετανικά επίπεδα των ημερών της. Εμπρός υπήρχαν διπλά ψαλίδια με κυλινδρικά ελατήρια και αμορτισέρ, ενώ πίσω ο άξονας De Dion ήταν μια ευχάριστη έκπληξη μαζί με τα αεριζόμενα δισκόφρενα και το τύπου κρεμαγιέρα, τιμόνι.
Με τρείς λέξεις, το «απόλυτα αντιπροσωπευτικό βρετανικό» αυτοκίνητο.
Jensen
SP
Τo Jensen πάλι, αν και βρετανική είναι μια κατηγορία από μόνη της, αφού αποτελεί το άθροισμα πολλών επιμέρους σχολών. Είναι το συνονθύλευμα βρετανικής ποιότητας, με ιταλική σχεδίαση και αμερικάνικο κινητήρα. Ήταν μια προσπάθεια μύξης από ότι καλύτερο είχε να προσφέρει η κάθε σχολή. Και αυτά μάλιστα με σχεδόν τέσσερις άνετες θέσεις.
Ο αμερικάνικος κινητήρας της Chrysler με τα 7,2 λίτρα αποδίδει 385 χορταστικούς ίππους μέσα από αυτόματο φυσικά κιβώτιο τριών σχέσεων με αεριζόμενα δισκόφρενα σε όλους τους τροχούς. Όμως οι αναρτήσεις δεν είναι ότι καλύτερο και ο άκαμπτος πίσω άξονας, με τα ημιελλειπτικά φύλα σούστας, δεν στηρίζει το αυτοκίνητο όπως θα έπρεπε.
Πάντως ο κινητήρας και η ροπή του είναι όλα τα λεφτά και γενικά συμπεριφέρεται όπως θα έπρεπε ένα πραγματικό GT, δηλαδή νωχελικά και πάντα άνετα με απεριόριστα αποθέματα δύναμης για γρήγορες προσπεράσεις.
Lamborghini Jarama GTS
Πως θα σας φαινόταν μια τετραθέσια Lamborghini; Η ιδέα μπορεί να φαντάζει τουλάχιστον περίεργη, αλλά μην σας παραξενεύει, γιατί υπάρχει μια πολύ ουσιαστική πρακτική πίσω από την παράλογη αυτή ιδέα, η Jarama. Σίγουρα όχι η πιο γνωστή Lamborghini, αλλά σίγουρα πάλι καθόλου αδιάφορη. Το όνομά της πάλι δεν προέρχεται από ταύρο, όπως συνήθιζε η Lamborghini, αλλά από περιοχή της Ισπανίας και το αυτοκίνητο αυτό σχεδιάστηκε επί εποχής του Ferruccio. Και αυτό λέει πολλά για τους στόχους του.
Βασίστηκε πάνω σε ένα κοντημένο πλαίσιο από την Espada και ήταν σχεδιασμένη από τον Gandini, όταν αυτός εργάζονταν για το studio του Bertone.
Όμως και εδώ κεντρικό ρόλο, όπως άλλωστε σε όλες τις Lamborghini παίζει ο κινητήρας, που δεν είναι άλλος από τον V12 που προέρχεται από την Countach. Από 3.929 κ.εκατ., με διπλούς εκκεντροφόρους σε κάθε άκρο, αλλά με μόλις δύο βαλβίδες ανά θάλαμο καύσης, αποδίδει 385 ίππους στις 7.500 σ.α.λ. και ζυγίζει 1.579 κιλά. Οι αναρτήσεις πάλι δεν θα μπορούσαν να ήταν τίποτα άλλο από διπλά ψαλίδια σε όλους τους τροχούς, μαζί με αεριζόμενα δισκόφρενα. Και επειδή καλά διαβάσατε, το αυτοκίνητο είναι σχεδόν τετραθέσιο, με αποτέλεσμα ο κινητήρας να είναι εμπρός και η κίνηση πίσω.
Η σχεδίασή του είναι καθαρά Gandini, με γραμμές που μπορεί να μην ξεχωρίζουν, αλλά που όμως πρέπει να παραδεχτούμε ότι τα χρόνια δεν το έχουν καταβάλει αισθητικά.
Αργό, βαρύ και σχετικά δύσχρηστο όταν κινείται αργά, αλλά όταν τα χιλιόμετρα ανέβουν ο μεταξένιος κινητήρας δείχνει τον καλύτερο εαυτό του και το βάρος του εμπρός μέρους χάνεται.
Ένα σπάνιο αυτοκίνητο, αφού ανάμεσα στα 1972 και 1976 συνολικά κατασκευάστηκαν μόλις 150 GT S.
Maserati Bora
Ήταν η εποχή που η Maserati είχε περάσει υπό την «επίβλεψη» της Citroen και έτσι κάποια υδραυλικά συστήματα είχαν περάσει στην ιταλική πλευρά, όπως τα κινούμενα φώτα και τα φρένα, ενώ υπάρχουν όμορφες πρακτικές, όπως τα κινούμενα πετάλια, αντί των καθισμάτων.
Το αυτοκίνητο δεν είναι ευρύχωρο εσωτερικά, καθόλου ευρύχωρο, αλλά ο κινητήρας του μπορεί και αναπληρώνει κάθε αρνητικό σχόλιο που έχει κανείς. Ο V8 των 4.719 κ.εκατ. με τους διπλούς εκκεντροφόρους και τα τέσσερα διπλά Weber καθέτου ροής των 42 χιλ. είναι ένα πραγματικό διαμάντι, με ροπή από χαμηλά και 310 ίππους στις 6.000 σ.α.λ.
Οι αναρτήσεις πάλι είναι και αυτές ότι καλύτερο, με διπλά ψαλίδια σε όλους τους τροχούς και το βάρος του είναι περιορισμένο στα 1.595 κιλά.
Ένα αυτοκίνητο που καταφέρνει και δείχνει πολύ νεότερο.
Μόνο όνειρα
Είμαστε σίγουροι ότι σας εξέπληξε η ποικιλία. Με V8 βρετανικούς, αμερικάνικους, αλλά και ιταλικούς, με V12, αλλά και με ημιελλειπτικά φύλλα σούστας, τα GT της δεκαετίας του ’70 πρόσφεραν ποικιλία επιλογών, αν και κανένα από αυτά ποτέ δεν άγγιξε την δική μας πραγματικότητα, αλλά μόνο τα όνειρά μας.