ΔΟΚΙΜΗ: Mercedes-Benz C 200 d Αuto
Ένα αποδοτικό και καθόλου βαρετό οικογενειακό που καλύπτει πλήρως την ιδέα, την εικόνα, αλλά και την καθημερινότητα μιας οικογένειας με τον καλύτερο τρόπο
- -
- -
με μια ματιά
Αυτή είναι η diesel εκδοχή της C-Class με τον μικρό 1.600άρη κινητήρα με απόδοση 136 ίππων και πλούσια ροπή. Η ποιότητα σε όλα τα επίπεδα, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο δρόμο, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γερμανικής φίρμας που συνοδεύει και το συγκεκριμένο μοντέλο.
Για χάρη και μόνο της ιστορίας, ας υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε στη
Νίκαια της Γαλλίας το 1903. Έχουμε αυτή τη περίεργη στάση με το ένα
πόδι εμπρός από το άλλο, σκυφτοί, αλλά με τη πλάτη ίσια και κρατάμε
κόντρα από το φτερό γιατί με το καλό μας χέρι σφίγγει σφιχτά τη
μανιβέλα. Απαιτείται όλη μας η δύναμη γιατί ο τετρακύλινδρος
κινητήρας των 6.785 cc και των 40 ίππων δεν είναι ένας εύκολος
αντίπαλος. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να εκκινήσει
η Mercedes-Simplex από αυτή τη διαδικασία. Είναι μέρες που ο
πλούτος δεν μετριέται από το μήκος του σκάφους που έχεις δεμένο στη
μαρίνα, αλλά από την ιπποδύναμη του αυτοκινήτου σου. Όσο πιο πολλοί
οι ίπποι τόσο πιο πλούσιος είσαι.
Και γιατί παρακαλώ βιώνουμε αυτή τη φαντασίωση στη Νίκαια; Πρώτα από όλα γιατί αυτό εδώ είναι «the place» όπου όλοι οι rich (πολύ πριν τους neuvue) συναθροίζονται τους χειμερινούς μήνες. Άλλωστε, εδώ στριμώχνεται όλη η βρετανική αριστοκρατία μακριά από τις ομίχλες της πατρίδας και γι’ αυτό άλλωστε και η promenade έχει αποκτήσει το όνοma des Anglais! Να θυμίσουμε μάλιστα ότι η Νίκαια αποτέλεσε μέρος της Γαλλικής επικράτειας μόλις το 1860, αφού μέχρι τότε ανήκε στο Δουκάτο της Σαβοΐας. Όχι ότι αυτό έχει κάποια σημασία για την ιστορίας μας, αλλά μόνο για να δώσουμε μια ιδέα του χώρου μέσα στην οποία κινούνταν το πρόσωπο που μας ενδιαφέρει και που δεν ήταν άλλο από τον Emil Jellinek, Αυστρο-Ουγγαρέζο στην καταγωγή, από την Βιέννη, που ήταν αντιπρόσωπος της Daimler Motoren Gesselschaft. Κάνοντας παρέα με τους πλουσιότερους ανθρώπους εκείνων των ημερών αποτελούσε ένα σημαντικό κρίκο για την ανάπτυξη της μικρής κατασκευαστικής εταιρείας των Gottlieb Daimler και Wilhelm Maybach από το Cannstatt, λίγο έξω από την Στουτγάρδη.
Το 1896 ο Jellinek είχε αποκτήσει ένα Phoenix Double-Phaeton 8 ίππων που ήταν και το πρώτο τετρακύλινδρο αυτοκίνητο σχεδιασμένο από τον Maybach, ενώ τα επόμενα δύο χρόνια αγόρασε έξι ακόμα αυτοκίνητα και το 1899 απέκτησε την αντιπροσώπευση, αγοράζοντας ακόμα δέκα. Το 1902 μάλιστα, όταν ο Maybach εξέλιξε μια νέα γενιά τετράτροχων την Simplex, η οποία ήταν πολύ πιο απλή στο χειρισμό της, ο Jellinek το είδε σαν ευκαιρία για να μπει δυναμικά στην αγορά παραγγέλνοντας συνολικά 72 αυτοκίνητα. Ένα νούμερο που αντιπροσώπευε το 60% της παραγωγής της Daimler. Μόνο που ο Jellinek είχε «κώλυμα» με την κόρη του, τη Mercedes, το όνομα της οποία το χρησιμοποιούσε παντού δανείζοντας το στη βίλα του, στο σκάφος του και φυσικά στα αυτοκίνητα που παρήγγειλε και τα οποία ονομάστηκαν απλά Mercedes-Simplex. Σίγουρα δεν μπορούσαν να αρνηθούν κάτι τέτοιο σε ένα τόσο καλό πελάτη. Τα αυτοκίνητα ήταν τεράστια επιτυχία και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Γιατί όμως αυτή αναδρομή; Γιατί σήμερα, μόλις εκατό χρόνια μετά, κάθεσαι σε ένα ασφαλές οικονομικό και γρήγορο μεταφορικό μέσο που απευθύνεται στο ευρύ κοινό και που προσφέρει απείρως περισσότερα από εκείνες τις πρώτες προσπάθειες. Όχι μόνο δεν χρειάζεται να είσαι χειροδύναμος για να μπει σε λειτουργία, ούτε είσαι εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης και με πολύ λιγότερα κυβικά όχι μόνο… τρέχει πιο γρήγορα, αλλά είναι και πολύ πιο οικονομικό. Αλήθεια πόσο τυχεροί είμαστε;
Χαρακτηριστικά
Ποια είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το αυτοκίνητο; Πρώτα από όλα θα λέγαμε η βαθιά ενσωματωμένη ποιότητα που μόνο τα παιδιά από τη Στουτγάρδη ξέρουν να εξοπλίζουν τα αυτοκίνητά τους. Δεν είναι κάτι επιφανειακό, γιατί δεν είναι μόνο τα υλικά, γιατί δεν είναι μόνο η συναρμολόγηση, είναι η προσοχή που έχει δοθεί στην εξέλιξη όλων των επιμέρους εξαρτημάτων που σε εντυπωσιάζει. Δεύτερο είναι η σχεδίαση. Πιο ώριμη και πιο συνεσταλμένη από αυτή των μικρότερων και των μεγαλύτερων αδελφών, είναι αυτό που πρέπει, χωρίς ποτέ να γίνεται κραυγαλέα, έχοντας ωριμάσει όμορφα. Μόνη μας αντίρρηση το μεγάλο σήμα - αστέρι εμπρός, που φωνάζει… έρχομαι, κάτι που δεν το χρειάζεται μια εταιρεία του κύρους της Mercedes-Benz.
Η ίδια καλή σχεδίαση επικρατεί και στο εσωτερικό, αυτή της συγκρατημένης αστικής τάξης, χωρίς παραφωνίες και με υλικά πρώτης ποιότητας. Οι χώροι πάντως δεν είναι από τους μεγαλύτερους με τέσσερις ενήλικες να βολεύονται (μαζί με τις αποσκευές τους), αλλά μέχρι εκεί. Τρίτο χαρακτηριστικό, ο κινητήρας πετρελαίου των μόλις 1,6 λίτρων (1598 cc) και 136 ίππων, με ροπή 300 Nm στις 1.500 rpm, που μπορεί να ακούγεται λίγος, αλλά δεν είναι. Κάνει τη δουλειά του και μάλιστα με το παραπάνω. Μέσα στη πόλη δεν απαιτείται τίποτα περισσότερο, είναι ομαλός σε λειτουργία, χωρίς τον χαρακτηριστικό ήχο του πετρελαίου και γενικά συμπεριφέρεται απόλυτα πολιτισμένα. Στον ανοιχτό δρόμο με μόλις 2.300 rpm, το ταχύμετρο δείχνει 140 km/h, με τη κατανάλωση να πέφτει στα μόλις 6,7 lt/100 km, ενώ είδαμε και 6,6. Τιμές εκπληκτικές για τα κιλά και το ρυθμό που κινούμασταν, που μπορεί να μην ήταν στα κόκκινα, αλλά πάλι ήταν εμπρός από την υπόλοιπη κίνηση.
Σε αυτό βοηθά και το αυτόματο κιβώτιο των επτά σχέσεων 7G-TRONIC PLUS, το οποίο επιβαρύνει την τιμή του αυτοκινήτου κατά 2.734 ευρώ, αναβαθμίζοντας όμως δίχως άλλο τα επίπεδα άνεσης. Ταιριάζει απόλυτα στον χαρακτήρα του αυτοκινήτου, με τις αλλαγές σε πλήρως αυτόματη λειτουργία να γίνονται ομαλά, ενώ υπάρχουν και «μοχλοί» πίσω από το τιμόνι για manual επιλογές. Μάλιστα μπορείτε να επιλέξετε μια από τις πέντε ρυθμίσεις που υπάρχουν (Individual, Sport+, Sport, Comfort και Eco) για τον τρόπο που θέλετε να κινηθείτε. Προτείνουμε την Comfort για κάθε μέρα, την Eco για ταξίδια και για λίγο πιο «brio» την Sport στους ανηφορικούς επαρχιακούς δρόμους. Μόνο μας παράπονο, τα κατεβάσματα που δεν γίνονται με την ταχύτητα που θα θέλαμε. Όμως, όπως και να το κάνουμε ο υπερτροφοδοτούμενος κινητήρας δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στα 1.485 κιλά που ζυγίζει (κενή), όταν ο δρόμος γίνεται ανηφορικός με στροφές, όπου αρχίζει να ζορίζεται στις προσπεράσεις και το κιβώτιο ταχυτήτων πρέπει να δουλεύει υπερωρίες. Κάτι που όμως δεν ανεβάζει την κατανάλωση δραματικά φτάνει να κρατάς τις στροφές του κινητήρα κάτω από τις 3.000 rpm, με οροφή σε τέτοιες περιπτώσεις όσον αφορά την κατανάλωση, τα 9,0 lt/100 km.
γλυκά
- Ποιότητα
- Άνεση
- Κινητήρας
- Κατανάλωση
- Τεχνολογία
- Φρένα
- Αισθητική
- Πολυτέλεια
ξινά
- Εργονομία κεντρικής κονσόλας
- Τιμή
Χαρακτηριστικό τέταρτο και εξίσου εντυπωσιακό με τα υπόλοιπα, η οδική συμπεριφορά. Άνετο αλλά πάντα σφιχτό, έτσι όπως μας αρέσουν τα αυτοκίνητα. Δεν έπλεε πάνω στις εξελιγμένες αναρτήσεις με τη σχεδίαση των πολλαπλών συνδέσμων πίσω και τα τέσσερα δισκόφρενα παραμένουν ισχυρά και προοδευτικά. Δεν απαίτησαν ποτέ τίποτα παραπάνω από μια ελαφρά επαφή. Το σύνολο που παρουσιάζει… εντυπωσιάζει. Το τιμόνι προσφέρει πληροφόρηση, η καρότσα δεν γέρνει και γενικά παρά τη κλασική διάταξη του κινητήρα εμπρός και της κίνησης πίσω το αυτοκίνητο ήταν ουδέτερο χωρίς τάσεις υποστροφής, αλλά χωρίς και την αχρείαστη υπερστροφή. Απλά πρόσφερε όλα τα καλά χαρακτηριστικά αυτής της αρχιτεκτονικής χωρίς εκπλήξεις. Κανένα πρόβλημα.
συμπέρασμα
Ίσως το καλύτερο αυτοκίνητο της… αστεράτης εταιρείας, το οποίο είναι προσαρμοσμένο απόλυτα στην ελληνική πραγματικότητα. Αυτό που χρειάζεσαι, αυτό που θες! Στη "δική μας" έκδοση με το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων 7G-TRONIC PLUS μπορεί να στοιχίζει παραπάνω κατά 2.734 ευρώ, αλλά σε αποζημιώνει με την εν γένει άνεση που προσφέρει, δίνοντας ακόμα μεγαλύτερη αξία στην επιλογή.